Δυσουρία

ΕΝΟΤΗΤΕΣ

    Τι είναι η δυσουρία;

    Δυσουρία ή δυσχέρεια ούρησης ονομάζεται η δυσκολία στην αποβολή των ούρων. Το άτομο με δυσουρία συνήθως αναφέρει:

    • καθυστέρηση στην έναρξη της ούρησης (δισταγμός)
    • καταβολή προσπάθειας για έναρξη της ούρησης (συχνά με σύσπαση των κοιλιακών μυών)
    • μείωση της ροής των ούρων αλλά και της ακτίνας της ούρησης
    • λέπτυνση της δέσμης των ούρων (σαν κλωστή)
    • αίσθημα ατελούς αδειάσματος της κύστης.

    Ακραία μορφή δυσουρίας είναι η επίσχεση των ούρων, δηλαδή η πλήρης και απότομη αδυναμία αποβολής ούρων. Στην οξεία επίσχεση ούρων το άτομο είναι ανήσυχο, έχει ισχυρή επιθυμία για ούρηση και πονά στην κύστη, που είναι γεμάτη με ούρα. Όταν η επίσχεση ούρων συντελείται αργά και βαθμιαία, μιλάμε για χρόνια επίσχεση των ούρων. Εδώ σιγά-σιγά, σε βάθος ετών, η κύστη του ασθενή διογκώνεται υπέρμετρα και σακουλιάζει χωρίς όμως να δίνει πλέον το αίσθημα προς ούρηση. Σε όλους αυτούς τους ασθενείς έχει ήδη επέλθει βλάβη των νεφρών λόγω της χρόνιας στάσης των ούρων (αποφρακτική ουροπάθεια). Σημαντική επίσης είναι η διάκριση της επίσχεσης των ούρων από την ανουρία. Το ανουρικό άτομο δεν παράγει ούρα, οπότε και δεν αποβάλλει, λόγω βλάβης των νεφρών ή πλήρους αδυναμίας μεταφοράς τους από τους νεφρούς προς την ουροδόχο κύστη. Το άτομο με ανουρία είναι ήρεμο, δεν έχει επιθυμία για ούρηση και η κύστη του είναι τελείως κενή.

    Ποια τα αίτια της δυσουρίας;

    Καλοήθης υπερπλασία προστάτη

    Η πιο συνηθισμένη αιτία δυσουρίας είναι η καλοήθης υπερπλασία ή υπερτροφία του προστάτη, δηλαδή η διόγκωση του προστάτη αδένα λόγω ανάπτυξης ενός καλοήθους αδενώματος μέσα σε αυτόν. Το αδένωμα αναπτύσσεται γύρω από την ουρήθρα την οποία και συμπιέζει σα σφιγμένη γροθιά, εμποδίζοντας το άδειασμα της κύστης. Η νόσος εκδηλώνεται αποκλειστικά σε άνδρες, που τυπικά είναι ηλικίας 40 ετών και άνω.

    Ουρολοίμωξη

    Δυσουρία, ως επί το πλείστον ήπια, μπορεί να παρατηρηθεί στα πλαίσια κάποιας ουρολοίμωξης. Η δυσχέρεια ούρησης οφείλεται στο οίδημα της ουρήθρας, αλλά και τον πόνο κατά την ούρηση. Είναι αρκετά σύνηθες μια έντονη ουρολοίμωξη να μπερδεύει τον/την ασθενή, που αναφέρει ότι δε μπορεί να βγάλει τα ούρα του/της ενώ στην πραγματικότητα αποβάλλει πολύ λίγα και με έντονο πόνο.

    Νευρολογικά νοσήματα

    Έντονη δυσουρία και επίσχεση ούρων μπορεί να συμβεί μετά από κακώσεις του νωτιαίου μυελού (ιππουριδική συνδρομή), αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδιαχειρουργικές επεμβάσεις στη σπονδυλική στήλη ή και ραχιαία αναισθησία. Αυτό οφείλεται στη διακοπή της μετάδοσης των νευρικών ερεθισμάτων προς την ουροδόχο κύστη από τα ανώτερα κέντρα ελέγχου της ούρησης που υπάρχουν στον εγκέφαλο. Για το λόγο αυτό στους ασθενείς πρέπει να τοποθετείται πάντοτε ουροκαθετήρας και να συστήνεται παρακολούθηση από ειδικό Ουρολόγο. Η μετεγχειρητική ή μεταναισθητική δυσουρία συνήθως είναι παροδική και δε μας ανησυχεί.

    Δυσουρία παρατηρείται επίσης και σε ασθενείς με νευρολογικά νοσήματα όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η νόσος Parkinson, η πολλαπλή σκλήρυνση (σκλήρυνση κατά πλάκας), παραμελημένες δισκοκήλεςπεριφερικές νευροπάθειες κ.α. Εδώ η αδυναμία κένωσης της κύστης οφείλεται σε διαταραχή των μηχανισμών που δίνουν την εντολή στην ουροδόχο κύστη να συσπαστεί (ατονία κύστης) και στον έξω σφιγκτήρα να χαλαρώσει καθώς αποβάλλονται τα ούρα (δυσυνέργεια εξωστήρα-έξω σφιγκτήρα).

    Ουρόλιθοι

    Περιστασιακή δυσουρία αναφέρουν και οι ασθενείς που αποβάλλουν ουρολίθους, συνήθως μετά από κωλικό του νεφρού, εξωσωματική λιθοτριψία ή επέμβαση ενδοσκοπικής λιθοτριψίας στον ουρητήρα. Καθώς οι πέτρες διέρχονται μέσω της ουρήθρας μπορεί να δυσκολέψουν αρκετά την ούρηση του ατόμου. Πολύ σπάνια μπορεί να υπάρξει ακόμη και επίσχεση των ούρων αν η πέτρα είναι μεγάλη, ή αν η ουρήθρα του ασθενή είναι στενή και η πέτρα δε χωρά να περάσει.

    Στένωμα ουρήθρας

    Ένα σπανιότερο αίτιο δυσουρίας είναι το στένωμα της ουρήθρας. Τα στενώματα της ουρήθρας οφείλονται στην ανάπτυξη ουλώδους ιστού στο εσωτερικό της ουρήθρας με αποτέλεσμα να στενεύει ή και να κλείνει τελείως ο αυλός της. Η ουρήθρα είναι ένα πολύ ευαίσθητο όργανο που μπορεί εύκολα να τραυματιστεί αν δεχθεί βία. Τα στενώματα της ουρήθρας συνήθως δημιουργούνται μετά από κάκωση της ουρήθρας (πτώση «ιππαστί» ή κλωτσιά στο περίνεο), μικροβιακές φλεγμονές της ουρήθρας (π.χ. γονόρροια), καθώς και μετά από ιατρικούς χειρισμούς (τοποθέτηση καθετήρα, εισαγωγή χειρουργικών εργαλείων κ.α.).

    Ρήξη ουρήθρας

    Πολύ σπάνια, στα πλαίσια τροχαίου ατυχήματος με κάταγμα λεκάνης, μπορεί να συμβεί ρήξη της ουρήθρας. Το βίαιο σχίσιμο της ουρήθρας συνοδεύεται από εκροή αίματος από την ουρήθρα (ουρηθρορραγία) και είναι αδύνατος ο καθετηριασμός (τοποθετείται υπερηβική κυστεοστομία).

    Αιματουρία

    Δυσχέρεια ή αδυναμία ούρησης μπορεί να εμφανιστεί και σε ασθενείς με έντονη αιματουρία, όπως π.χ. σε εκτεταμένο καρκίνο της ουροδόχου κύστης ή μετά από επεμβάσεις προστατεκτομής. Η λίμναση των αιματηρών ούρων μέσα στην ουροδόχο κύστη μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία αιματοπηγμάτων τα οποία να δυσχεράνουν ή και να εμποδίσουν την ούρηση. Η πλήρης κατάληψη της ουροδόχου κύστης από αιματοπήγματα καλείται αιματοκύστη και χρήζει επείγουσας αντιμετώπισης.

    Καρκίνος ουροποιητικού 

    Ασθενείς με τοπικά προχωρημένο καρκίνο του προστάτη, ή και εκτεταμένα διηθητικά καρκινώματα της ουροδόχου κύστης ή της ουρήθρας μπορεί επίσης να εμφανίσουν δυσουρία και επίσχεση ούρων. Στους ασθενείς αυτούς η δυσουρία οφείλεται σε διήθηση της ουρήθρας από τον καρκίνο και είναι συνήθως κακό προγνωστικό σημείο για την εξέλιξη της νόσου.

     

    Με ποιούς τρόπους γίνεται η διάγνωση της δυσουρίας;

    Κλινική εξέταση 

    Η διάγνωση της δυσουρίας είναι σχετικά εύκολη. Το ιστορικό του ασθενή και η επίκρουση της ουροδόχου κύστης, που συνήθως προβάλλει πάνω από την ηβική σύμφυση, θέτουν τη διάγνωση της επίσχεσης των ούρων. Ευχερής ψηλάφηση των νεφρών με αμφίχειρη εξέταση, μπορεί να υποδηλώνει εγκατεστημένη αποφρακτική ουροπάθεια. Στους άνδρες ασθενείς δεν πρέπει να παραλείπεται η δακτυλική εξέταση του προστάτη από το ορθό, που μπορεί να αποκαλύψει έναν διογκωμένο προστάτη ή ένα σκληρό προστάτη ύποπτο για καρκίνο.

    Υπερηχογράφημα ουροποιητικού 

    Το υπερηχογράφημα νεφρών και ουροδόχου κύστης του ασθενούς είναι μια σημαντικότατη εξέταση που μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για την κατάσταση της ουροδόχου κύστης και των νεφρών. Απαραίτητος πάντοτε και ο έλεγχος του υπολειπομένου όγκου ούρων μετά την ούρηση, καθώς και του προστάτη στους άνδρες. Περαιτέρω απεικονιστικός έλεγχος με αξονική τομογραφία είναι συνήθως απαραίτητος μόνο σε περιπτώσεις λιθίασης ή νεοπλασμάτων του ουροποιητικού συστήματος.

    Ουροροομετρία

    Η ουροροομετρία είναι μία σημαντικότατη εξέταση που πρέπει να γίνεται σε κάθε ασθενή με δυσουρία. Πρόκειται για μια απλούστατη εξέταση που διενεργείται στο ιατρείο. Ο ασθενής ουρεί σε ένα ειδικό δοχείο, σαν λεκάνη τουαλέτας, το οποίο καταγράφει ηλεκτρονικά τη ροή των ούρων που πέφτουν μέσα σε αυτό. Η καμπύλη της ούρησης καταγράφει με αντικειμενικό τρόπο τη ροή των ούρων και μπορεί να ποσοτικοποιήσει τη βαρύτητα της δυσουρίας. Σε συνδυασμό με τον υπολειπόμενο όγκο ούρων μετά ούρηση είναι ίσως οι σημαντικότεροι δείκτες για την αξιολόγηση της ποιότητας της ούρησης.

    Ουροδυναμικός έλεγχος

    Σε ασθενείς όπου χρειαζόμαστε πιο λεπτομερή καταγραφή της ούρησης καταφεύγουμε στον ουροδυναμικό έλεγχο. Στον ουροδυναμικό έλεγχο καταγράφονται με μανομετρικούς καθετήρες οι πιέσεις της κύστης κατά το γέμισμα και το άδειασμά της (κυστεομανομετρία πλήρωσης, σύγχρονη μελέτη πίεσης-ροής), καθώς και η ηλεκτρική δραστηριότητα των μυών του πυελικού εδάφους (ηλεκτρομυογράφημα). Ο ουροδυναμικός έλεγχος είναι απαραίτητος σε όλους τους ασθενείς με νευρογενή δυσλειτουργία της ούρησης, καθώς και όταν συζητείται χειρουργική επέμβαση στον προστάτη σε πολύ νέα ή υπερήλικα άτομα.

    Ουρηθροκυστεοσκόπηση

    Ο ενδοσκοπικός έλεγχος της ουρήθρας και της κύστης, η λεγόμενη ουρηθρο-κυστεοσκόπηση, είναι εκ των ουκ άνευ στη διάγνωση των στενωμάτων της ουρήθρας. Συχνά γίνεται και ακτινοσκοπική απεικόνιση της ουρήθρας με τη βοήθεια της ανιούσας ουρηθρογραφίας ή και κυστεο-ουρηθρογραφίας κατά την ούρηση, προκειμένου να διαπιστωθεί το μήκος του στενώματος.

    Καθετηριασμός της ουροδόχου κύστης

    Ο εκκενωτικός καθετηριασμός της ουροδόχου κύστης, πέραν της θεραπευτικής χροιάς σε περιπτώσεις επίσχεσης ούρων, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για διαγνωστικούς σκοπούς ελλείψει ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού. Η μη ύπαρξη ούρων πιστοποιεί την ανουρία, ενώ ο δυσχερής καθετηριασμός μπορεί να υποδηλώνει ευμεγέθη υπερπλασία προστάτη. Η αδυναμία διέλευσης του ουροκαθετήρα πιστοποιεί όχι μόνο την ύπαρξη ενός στενώματος της ουρήθρας, αλλά αδρά και του ανατομικού σημείου όπου αυτό βρίσκεται.

    Με ποιους τρόπους αντιμετωπίζεται η δυσουρία;

    Η θεραπευτική αντιμετώπιση της δυσουρίας είναι ανάλογη του υποκειμένου αιτίου. Αν υπάρχει επίσχεση των ούρων, το πρώτο βήμα είναι η τοποθέτηση καθετήρα και η εκκένωση της κύστης από τα ούρα, που ανακουφίζει τον ασθενή. Προσοχή χρειάζεται σε ηλικιωμένα άτομα με χρόνια επίσχεση ούρων. Σε αυτά τα άτομα χρειάζεται σταδιακή κένωση της κύστης και αναπλήρωση υγρών και ηλεκτρολυτών, διότι μπορεί να αποβληθούν μεγάλες ποσότητες ούρων ή να υπάρξει αιμορραγία από απότομο άδειασμα της κύστης («αιμορραγία εκ κενού»).

    Σε ασθενείς με καλοήθη υπερπλασία του προστάτη χορηγούνται φάρμακα που βοηθούν την ούρηση, είτε α-αδρενεργικοί αποκλειστές (αλφουζοσίνη, ταμσουλοσίνη, σιλοδοσίνη, δοξαζοσίνη), είτε αναστολείς της 5-α-ρεδουκτάσης (φιναστερίδη, δουταστερίδη). Οι ασθενείς αυτοί είναι σημαντικό να παρακολουθούνται τακτικά από τον Ουρολόγο.

    Προστατεκτομή

    Σε περιπτώσεις υποτροπιάζουσας επίσχεσης ούρων, σε χρόνιες επισχέσεις ή σε ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στα φάρμακα εκτελείται προστατεκτομή ή κάποια ελάχιστα επεμβατική τεχνική (π.χ. μέθοδος Rezum). Η επιλογή της τεχνικής της προστατεκτομής είναι συνάρτηση του μεγέθους του προστάτη, της ηλικίας και της γενικής κατάστασης του ασθενή, αλλά και της προτίμησης ασθενή και χειρουργού. Ο χρυσός κανόνας της προστατεκτομής θεωρείται η διουρηθρική προστατεκτομή, είτε με μονοπολική, είτε με διπολική (μέθοδος TURIS) ηλεκτροχειρουργική πηγή ενέργειας.

    Διαλείποντες Αυτοκαθετηριασμοί

    Σε ασθενείς με νευρολογικά νοσήματα συχνά προτείνονται οι διαλείποντες αυτοκαθετηριασμοί της ουροδόχου κύστης ώστε να εξασφαλίζεται η κένωση της κύστης, χωρίς όμως την παραμονή ενός μόνιμου και ενοχλητικού καθετήρα. Επίσης σε ασθενείς με έντονη δυσυνέργεια εξωστήρα-έξω σφιγκτήρα μπορεί να διενεργηθεί έγχυση Botox στην περιοχή του σφιγκτήρα για να μειωθεί η υπερτονικότητα.

    Επεμβάσεις Ουρήθρας

    Στα στενώματα της ουρήθρας εκτελούνται διαστολές ουρήθρας είτε με μεταλλικούς διαστολείς (beniquet), είτε με ειδικά μπαλόνια διαστολής.

    Η εσωτερική ουρηθροτομή είναι το επόμενο βήμα που συνίσταται στην ενδοσκοπική σχάση του στενώματος με ψυχρό μαχαιρίδιο ή laser.

    Η ουρηθροπλαστική είναι το τελευταίο θεραπευτικό βήμα, όταν όλα τα προηγούμενα αποτυγχάνουν. Το στενωμένο τμήμα της ουρήθρας αφαιρείται χειρουργικά και αντικαθίσταται με μόσχευμα που συνήθως λαμβάνεται από την εσωτερική πλευρά της παρειάς.

    Η εκτροπή των ούρων είναι μια ακραία επιλογή που απαιτείται όταν η έκβαση οποιασδήποτε άλλης παρέμβασης έχει αποτύχει.

     

    Για περαιτέρω ερωτήσεις ή εάν εμφανίζετε κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα απευθυνθείτε στον έμπειρο και ειδικό ουρολόγο Δρ. Ιωάννη Ζούμπο. Κλείστε σήμερα το ραντεβού σας.

    ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ
    ΚΛΕΙΣΤΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ